Γναθοχειρουργική

Γναθοχειρουργική
Εξαγωγή

Η εξαγωγή ενός δοντιού φαντάζει στους περισσότερους ασθενείς ως μια διαδικασία επώδυνη και δύσκολη. Στην πραγματικότητα, όμως, με τη χρήση τοπικής αναισθησίας, γίνεται εντελώς ανώδυνα. Επιπλέον, υπάρχουν, σήμερα, αρκετά εξειδικευμένα εργαλεία αλλά και τεχνικές οι οποίες απλοποιούν εξαιρετικά την εξαγωγή ενός δοντιού.

Παρόλα αυτά, κάποια δόντια, για διάφορους λόγους, μπορούν να κάνουν μια εξαγωγή πιο σύνθετη. Έτσι για παράδειγμα, όταν ένα δόντι έχει καταστραφεί σε μεγάλη έκταση ή είναι έγκλειστο (εγκλωβισμένο μέσα στο οστό της γνάθου) μπορεί να απαιτηθεί η εξαγωγή του να γίνει χειρουργικά. Στην περίπτωση αυτή, πάλι με τοπική αναισθησία, απωθούνται τα ούλα γύρω από το δόντι, προκειμένου ο οδοντίατρος να αποκτήσει καλύτερη πρόσβαση για να εκμοχλεύσει το δόντι. Μετά την ολοκλήρωση της εξαγωγής, τοποθετούνται ράμματα για να συμπλησιάσουν τα ούλα και να γίνει πιο ομαλή η επούλωση. Τα δόντια που, συνήθως, εξάγονται χειρουργικά είναι οι φρονιμίτες, διότι, τις περισσότερες φορές, είναι έγκλειστοι και με λοξή φορά. Είναι βέβαιο ότι η εμπειρία του οδοντιάτρου είναι καθοριστικής σημασίας για την ομαλότερη εξαγωγή των δοντιών αυτών.

Πριν την εξαγωγή ο ασθενής πρέπει να συμπληρώσει ένα ιατρικό ιστορικό όπου αναφέρει τα προβλήματα υγείας που έχει, τα φάρμακα που λαμβάνει καθώς και αλλεργίες που, ίσως έχει. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, για να μειωθεί η πιθανότητα επιπλοκών κατά την εξαγωγή και την επούλωση και να μη βρεθεί ο ασθενής σε μια δυσάρεστη και, ίσως, επικίνδυνη για την υγεία του κατάσταση. Έτσι, ασθενείς που:

  • έχουν σακχαρώδη διαβήτη πρέπει να προβούν σε εξαγωγή την ώρα της ημέρας που το ζάχαρό τους είναι καλύτερα ρυθμισμένο. Αυτό, συνήθως, εξαρτάται από τη φαρμακευτική αγωγή που ακολουθούν, σε συνάρτηση με τα γεύματα που λαμβάνουν.
  • λαμβάνουν αντιπηκτικά πρέπει, έπειτα από συνεννόηση με τον καρδιολόγο τους, να διακόψουν τα αντιπηκτικά φάρμακα μερικές ημέρες πριν από την εξαγωγή ή να τροποποιήσουν το αντιπηκτικό σχήμα που λαμβάνουν πχ με χορήγηση ηπαρίνης.
  • πρέπει να λαμβάνουν προφυλακτικά αντιβίωση, γιατί έχουν, για παράδειγμα, κάποια βαλβιδοπάθεια ή έχουν κάνει αρθροπλαστική ή έχουν κάποιο μόσχευμα ή stent στην καρδιά, πρέπει μία ώρα πριν την εξαγωγή να λάβουν την αντιβίωση που τους έχει συνταγογραφήσει ο καρδιολόγος ή ο ορθοπεδικός τους.
  • έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση πρέπει να κάνουν εξαγωγές με αναισθησία μικρής περιεκτικότητας σε αδρεναλίνη.
  • Που έχουν αλλεργία σε κάποιο παυσίπονο ή αντιφλεγμονώδες ή σε αντιβίωση πρέπει να λάβουν διαφορετικό φάρμακο μετά την εξαγωγή, αν αυτό κριθεί σκόπιμο από τον οδοντίατρο.

Είναι σαφές ότι, αν ο ασθενής αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας,  ο οδοντίατρος μπορεί, πριν από την εξαγωγή, να του ζητήσει κάποιες πρόσθετες ιατρικές εξετάσεις ή να τον παραπέμψει σε κάποιο γιατρό, για να αντιμετωπίσει πρώτα το πρόβλημα της υγείας του. Αυτό γίνεται, ώστε η εξαγωγή να πραγματοποιηθεί με τη μεγαλύτερη ασφάλεια για τον ασθενή.

Μετά από κάποια εξαγωγή συνιστάται να ακολουθούνται οι ακόλουθες οδηγίες:

•Βάλε πάγο μέσα σ’ ένα πανί και ακούμπησέ το εξωτερικά στην περιοχή της εξαγωγής ανά 10 λεπτά για 4 ώρες. Ο πάγος θα περιορίσει το πρήξιμο.

•Μη φτύνεις και μην απομυζάς την περιοχή της εξαγωγής.

•Κράτα με πίεση μια μικρή γάζα στην περιοχή της εξαγωγής για μισή ώρα.

•Απόφευγε να καπνίζεις κατά τη διάρκεια της επούλωσης.

•Παυσίπονα, αντιφλεγμονώδη ή αντιβιοτικά φάρμακα πρέπει να λαμβάνονται, σύμφωνα με τις οδηγίες του οδοντιάτρου.

•Καλό είναι να μην παίρνεις τα φάρμακα με άδειο στομάχι.

•Αν υπάρχει μικρή αιμορραγία κατά την επούλωση, τοποθέτησε με πίεση μια μικρή βρεγμένη γάζα στην περιοχή της εξαγωγής. Αν υπάρχουν, όμως, μεγάλα πήγματα αίματος επικοινώνησε με τον οδοντίατρό σου.

•Το πρήξιμο δεν είναι κάτι ασύνηθες και υποχωρεί περίπου σε 3-7 ημέρες. Αν εμφανιστεί 3-4 ημέρες μετά την εξαγωγή, επικοινώνησε με τον οδοντίατρό σου.

•Τη ημέρα της εξαγωγής, απόφυγε να βουρτσίσεις τα δόντια σου. Από τη δεύτερη ημέρα, βούρτσισε μαλακά όλα τα δόντια εκτός από την περιοχή της εξαγωγής. Για να διατηρείται καθαρή η περιοχή της εξαγωγής, κάνε πλύσεις με στοματικό διάλυμα 3 φορές την ημέρα για 7-10 ημέρες, ξεκινώντας από τη δεύτερη ημέρα.

•Αν έχουν τοποθετηθεί ράμματα, αυτά θα απομακρυνθούν από τον οδοντίατρο 7-10 ημέρες μετά την εξαγωγή. Μην πειράζεις με τη γλώσσα σου τα ράμματα. Αν κάποιο ράμμα χαλαρώσει, επικοινώνησε με τον οδοντίατρό σου.

•Τις δύο πρώτες ημέρες να πίνεις και να τρως μόνο χλιαρές ή κρύες τροφές, όχι ζεστές. Να πίνεις υγρά και να τρως μαλακές τροφές για 7 ημέρες. Να μασάς πάντα μακριά από την περιοχή της εξαγωγής.

Αυτές είναι κάποιες γενικές οδηγίες για μετά την εξαγωγή. Αν έχουν δοθεί από τον οδοντίατρό σας διαφορετικές εξατομικευμένες οδηγίες που προσαρμόζονται στο ιατρικό σας ιστορικό ή στις συνθήκες της εξαγωγής, είναι ευνόητο ότι θα πρέπει να ακολουθηθούν.

gnathoxeirourgiki2

Οι πιο συνηθισμένες επιπλοκές που μπορούν να συμβούν κατά τη φάση της επούλωσης μιας εξαγωγής είναι οι ακόλουθες:

  • Πόνος. Συνήθως αυτός είναι πιο έντονος την πρώτη ημέρα της εξαγωγής και ιδιαίτερα μόλις αποδράμει η αναισθησία (λήξει η επίδραση). Μπορεί να διαρκέσει μερικά εικοσιτετράωρα αλλά, συνήθως, είναι ήπιος και αντιμετωπίζεται με ήπια αντιφλεγμονώδη παυσίπονα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου ο πόνος είναι πιο έντονος, μπορεί να χορηγηθεί κάποιο πιο ισχυρό παυσίπονο. Ο πόνος, πολλές φορές, προέρχεται και από τη διάταση των μαλακών ιστών (πχ, ούλα, μάγουλο) από πιθανό οίδημα (πρήξιμο).
  • Οίδημα. Συχνά, μετά την εξαγωγή μπορεί να υπάρχει οίδημα (πρήξιμο) στην περιοχή της εξαγωγής, το οποίο μπορεί να είναι αρκετά έντονο και να είναι ορατό και στο μάγουλο. Για να μειώσουμε την πιθανότητα εμφάνισης του οιδήματος ή για να περιοριστεί η έκτασή του, αμέσως μετά την εξαγωγή, καλό είναι να τοποθετεί ο ασθενής εξωτερικά στο μάγουλο, περιοδικά, πάγο μέσα σ’ ένα ύφασμα για 3-4 ώρες.
  • Αιμορραγία. Καμιά φορά, μετά την εξαγωγή μπορεί να προκληθεί αιμορραγία από την περιοχή της εξαγωγής. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, καλό είναι να ασκείτε συνεχόμενα πίεση στην περιοχή με μια βρεγμένη γάζα για 30 λεπτά. Επίσης, για να μειωθεί η πιθανότητα να υπάρξει ξανά αιμορραγία, να αποφεύγετε την έντονη σωματική άσκηση και να μην μασάτε από την περιοχή της εξαγωγής.
  • Αιμάτωμα. Λιγότερο συχνό είναι μετά την εξαγωγή να εμφανιστεί ένα αιμάτωμα στο μάγουλο. Το αιμάτωμα αυτό θα φύγει από μόνο του σε 1-2 εβδομάδες και από σκουρόχρωμο θα γίνει πιο ανοιχτόχρωμο κίτρινο και θα «απλώσει» με το πέρασμα των ημερών. Αν το αιμάτωμα είναι πολύ έντονο, συμβουλευτείτε τον οδοντίατρο για οδηγίες.
  • Ξηρό φατνίο. Αν κατά την επούλωση απομακρυνθεί το πήγμα του αίματος μέσα από το φατνίο, τότε το οστό της γνάθου μένει εκτεθειμένο στον αέρα που αναπνέουμε, με αποτέλεσμα να ξεραίνεται. Αυτό μπορεί να προκαλέσει ξηρό φατνίο που συνοδεύεται με έντονο πόνο για 2 εβδομάδες. Αν υπάρχει ξηρό φατνίο, ο ασθενής πρέπει να επισκεφθεί τον οδοντίατρο, για να τοποθετήσει ένα καταπραϋντικό (ευγενόλη) μέσα στο φατνίο. Αυτό, ίσως, να πρέπει να επαναληφθεί και τις επόμενες ημέρες. Για να αποφύγει ο ασθενής την εμφάνιση ξηρού φατνίου, πρέπει μετά την εξαγωγή να αποφεύγει να φτύνει και να απομυζεί την περιοχή της εξαγωγής, για να μην απομακρυνθεί ο θρόμβος του αίματος που έχει σχηματιστεί. Επιπλέον, καλό είναι να μην καπνίζει όσο διαρκεί η επούλωση της εξαγωγής.
  • Στοματοκολπική επικοινωνία. Σε κάποιες ελάχιστες περιπτώσεις, οι ρίζες των οπίσθιων άνω δοντιών μπορεί να βρίσκονται εντός της κοιλότητας των ιγμορείων. Έτσι η εξαγωγή αυτών των δοντιών οδηγεί σε επικοινωνία του ιγμορείου με τη στοματική κοιλότητα. Ο οδοντίατρος πρέπει να κάνει τη διάγνωση της επικοινωνίας κατά την εξαγωγή, για να κάνει τους απαραίτητους χειρισμούς, ώστε να μην υπάρχουν επιπλοκές κατά την επούλωση. Αν αυτό δεν γίνει, τότε ενδέχεται να υπάρξει λοίμωξη στο ιγμόρειο η οποία χρήζει άμεσης αντιμετώπισης.

Πέρα, πάντως, από αυτές τις γενικές οδηγίες, αν ο ασθενής εμφανίσει κάποια επιπλοκή κατά τη διάρκεια της επούλωσης, θα πρέπει να ενημερώσει άμεσα τον οδοντίατρό του. Μόνο εκείνος γνωρίζει τις συνθήκες της εξαγωγής και το ιατρικό ιστορικό τού κάθε ασθενή που μπορεί να επιβάλλουν την τροποποίηση των παραπάνω γενικών οδηγιών αντιμετώπισης των επιπλοκών.

Αποκάλυψη εγκλείστου
Έγκλειστα είναι τα δόντια τα οποία ενώ υπάρχουν μέσα στο οστό της γνάθου δεν εμφανίζονται στο στόμα παρόλο που έχει παρέλθει ο φυσιολογικός χρόνος ανατολής τους. Τα πιο συνηθισμένα δόντια που παραμένουν έγκλειστα είναι οι κυνόδοντες της άνω γνάθου και οι φρονιμίτες. Αλλά και όλα τα δόντια μπορούν να παραμείνουν έγκλειστα.

Η παρουσία εγκλείστων δοντιών μπορεί να δημιουργήσει αρκετά προβλήματα τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά. Συγκεκριμένα, όταν απουσιάζει ένα δόντι από το φραγμό, δημιουργείται ένας κενός χώρος ο οποίος πέρα από την αισθητική περιορίζει και τη μασητική ικανότητα του ασθενή. Επίσης, τα δόντια μετακινούνται, για να κλείσουν τον κενό χώρο, με αποτέλεσμα να στραβώνουν και να αλλοιώνεται η σωστή σύγκλειση των δοντιών. Τέλος, η παρουσία ενός εγκλείστου εμποδίζει την τοποθέτηση εμφυτεύματος προκειμένου να αναπληρωθεί το ελλείπον έγκλειστο δόντι.

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα κρίνεται, πολλές φορές, απαραίτητη η αποκάλυψη των δοντιών αυτών. Έτσι, με μια μικρή, τοπική χειρουργική παρέμβαση, ο οδοντίατρος μπορεί να αποκαλύψει το έγκλειστο δόντι και με τη βοήθεια, πολλές φορές, της ορθοδοντικής να το κατευθύνει στη σωστή θέση στο στόμα.

Έγκλειστοι κυνόδοντες στην άνω γνάθο

Τα κύρια αίτια για την παρουσία εγκλείστων δοντιών είναι τα εξής:

  • Δεν έχουν τη σωστή φορά, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανατείλουν στη σωστή θέση στο στόμα.
  • Δεν υπάρχει αρκετός χώρος, για να ανατείλουν στη σωστή θέση. Αυτό συμβαίνε,ι όταν έχουν χαθεί πρόωρα τα παιδικά δόντια και τα γειτονικά δόντια έχουν μετακινηθεί και κλείσει τον κενό χώρο που προοριζόταν για το έγκλειστο δόντι.
  • Τα ούλα είναι πολύ παχιά και σφιχτά και παρεμποδίζουν την ομαλή ανατολή του δοντιού.
  • Το δόντι είναι συνοστεωμένο στο οστό της γνάθου (αγκυλωμένο).

Επειδή το έγκλειστο δόντι είναι εγκλωβισμένο στο οστό της γνάθου, το πρώτο πράγμα που απαιτείται είναι να αποκαλυφθεί στο στόμα. Έτσι, με μια μικρή, τοπική χειρουργική παρέμβαση, ο οδοντίατρος αφαιρεί τους ιστούς που καλύπτουν το δόντι. Αυτό, πολλές φορές, είναι αρκετό, ώστε το δόντι να ανατείλει στη σωστή του θέση. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις όπου το δόντι δεν έχει σωστή φορά. Τότε ο οδοντίατρος μπορεί να συνδέσει το δόντι με ένα ορθοδοντικό εξάρτημα και να το κατευθύνει με τη βοήθεια της ορθοδοντικής στη σωστή του θέση στο στόμα. Η διαδικασία της αποκάλυψης του δοντιού προκαλεί πολύ μικρή ενόχληση για 1-2 μέρες, η οποία αντιμετωπίζεται με ήπια παυσίπονα.

Περιστατικό

Χαλινεκτομή

Ο χαλινός του χείλους είναι μία πτυχή του βλεννογόνου που συνδέει, μερικώς, το χείλος με τα ούλα. Η παρουσία του χαλινού δεν είναι απαραίτητη για τη στήριξη και συγκράτηση του χείλους. Έτσι, όταν η ανατομία του χαλινού είναι τέτοια που προκαλεί προβλήματα, ο οδοντίατρος μπορεί να αποφασίσει να τον αφαιρέσει με μια τεχνική που ονομάζεται χαλινεκτομή. Η χαλινεκτομή είναι μία απλή επέμβαση που πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία και χωρίς ιδιαίτερη μετεγχειρητική ενόχληση και αντιμετωπίζει μόνιμα το πρόβλημα του χαλινού.

Ένας χαλινός μπορεί να αξιολογηθεί ότι πρέπει να αφαιρεθεί στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • Είναι υπερτροφικός και προκαλεί αισθητικό πρόβλημα.
  • Προσφύεται ψηλά κοντά στην παρυφή του ούλου και εμποδίζει τη στοματική υγιεινή.
  • Σχετίζεται με μια περιοχή όπου έχει υποχωρήσει το ούλο και έχει αποκαλυφθεί η ρίζα του δοντιού.
  • Είναι υπερτροφικός και παρεμβάλλεται ανάμεσα στα δόντια, απωθώντας τα και δημιουργώντας κενό μεταξύ των δοντιών.

Βιοψία
Ένας από τους σημαντικότερους ρόλους του οδοντιάτρου είναι η έγκαιρη εντόπιση και διάγνωση παθολογικών καταστάσεων όχι μόνο στα δόντια αλλά σε ολόκληρο το στόμα. Τα ούλα, η γλώσσα, τα μάγουλα, τα χείλη κ.τ.λ. είναι περιοχές όπου μπορούν να εμφανιστούν ποικίλα καλοήθη και κακοήθη μορφώματα. Κάποιες από τις βλάβες αυτές έχουν πολύ χαρακτηριστική μορφολογία και συμπτωματολογία και μπορούν εύκολα και άμεσα να διαγνωστούν. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις όπου η απλή επισκόπηση δεν επαρκεί και για τη σωστή διάγνωση απαιτείται ιστολογική εξέταση της βλάβης. Με τη βιοψία αφαιρείται με τοπική αναισθησία ένα τμήμα ή ολόκληρη η βλάβη και αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση στον παθολογοανατόμο, ο οποίος θα κάνει και την τελική διάγνωση. Ανάλογα με τη διάγνωση, ο οδοντίατρος θα αποφασίσει ποια θα είναι η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή που πρέπει να ακολουθήσει ο ασθενής. Κάποιες φορές, η απλή παρακολούθηση ή η χορήγηση φαρμάκων είναι αρκετή. Υπάρχουν, όμως, και περιπτώσεις κακοηθειών που μπορεί να χρειάζονται πιο σύνθετες θεραπείες.

Επειδή κάποιες βλάβες στο στόμα μπορεί να είναι τα πρώτα σημάδια ενός συστεμικού νοσήματος και δεδομένου ότι ο στοματικός καρκίνος είναι αρκετά συχνός, ιδιαίτερα σε καπνιστές και άτομα που εκτίθενται στον ήλιο, ο ασθενής οφείλει να ενημερώσει άμεσα τον οδοντίατρό του, όταν εντοπίσει κάτι ασυνήθιστο στο στόμα του. Είναι βέβαιο ότι η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να περιορίσει την πολυπλοκότητα της θεραπευτικής αντιμετώπισης ή ακόμα και τον κίνδυνο για την ίδια τη ζωή του ασθενή.

Λευκές βλάβες στα ούλα

Ρωτήστε τους ειδικούς
Απευθυνθείτε σήμερα σε έναν ειδικό για τη φροντίδα του χαμόγελου σας.